Σε μια εποχή όπου η πληροφορία είναι διαθέσιμη με ταχύτητα και ευκολία, η σχέση μεταξύ γιατρού και ασθενούς μετασχηματίζεται ριζικά. Ο σύγχρονος ασθενής είναι, ή τουλάχιστον φαίνεται να είναι, περισσότερο ενημερωμένος, περισσότερο απαιτητικός, και λιγότερο διατεθειμένος να αποδεχτεί τον γιατρό ως την απόλυτη αυθεντία. Αυτή η εξέλιξη, αν και αρχικά μπορεί να φαίνεται απειλητική για τον ιατρό, στην πραγματικότητα αποτελεί μια ιστορική ευκαιρία: να περάσουμε από τη μονόδρομη, πατερναλιστική ιατρική, σε μια ανοιχτή, συμμετοχική σχέση φροντίδας.

Ωστόσο, η πραγματικότητα είναι συχνά πιο περίπλοκη.

Στην καθημερινή μας πρακτική ως ιατροί, ερχόμαστε όλο και πιο συχνά αντιμέτωποι με ασθενείς που απαιτούν άμεσες, ξεκάθαρες απαντήσεις για κάθε απορία ή ανησυχία τους. Αυτή η προσδοκία είναι, σε ένα πρώτο επίπεδο, απολύτως λογική και θεμιτή. Δείχνει εμπιστοσύνη στον επιστήμονα, ενδιαφέρον για την προσωπική υγεία και την ανάγκη για συμμετοχή. Το πρόβλημα όμως ξεκινά όταν η απαίτηση για απάντηση δεν συνοδεύεται από την αντίστοιχη διάθεση για κατανόηση ή για ουσιαστική μάθηση.

Ορισμένες ερωτήσεις —παρά την καλοπροαίρετη πρόθεσή τους— φανερώνουν έλλειψη βασικής κριτικής σκέψης. Ερωτήσεις που επαναλαμβάνουν ανακρίβειες του διαδικτύου, που στηρίζονται σε φόβο ή φήμες, ή που επιχειρούν να μετατρέψουν τον γιατρό σε εκτελεστή επιθυμιών, όχι ως επιστήμονα. Δεν πρόκειται για "κατηγορία" προς τον ασθενή· πρόκειται για κάλεσμα σε αλλαγή αντίληψης. Η ιατρική σχέση δεν μπορεί να είναι σχέση εξάρτησης, παθητικότητας ή χειραγώγησης. Ούτε μπορεί να είναι μια πελατειακή επαφή, όπου το “δίκιο του πελάτη” υπερισχύει της επιστημονικής κρίσης. Αντίθετα, πρέπει να είναι μια σχέση συνεργασίας, εμπιστοσύνης και παιδείας — και αυτό αφορά και τις δύο πλευρές.

Η ευθύνη του γιατρού: Εκπαίδευση χωρίς αλαζονεία
Η ιατρική εκπαίδευση παραδοσιακά επικεντρώνεται στη γνώση και στην τεχνική. Ελάχιστα ασχολείται με την επικοινωνία, τη μεταδοτικότητα και την καλλιέργεια της ενσυναίσθησης. Πολλοί γιατροί δεν έχουν μάθει πώς να εξηγούν απλά, να αφουγκράζονται ή να εκπαιδεύουν. Δεν έχουν εκπαιδευτεί στο να σέβονται την άγνοια του άλλου χωρίς να την περιφρονούν, και να μπορούν να μεταφράζουν την επιστήμη σε ανθρώπινη γλώσσα. Η απουσία αυτής της δεξιότητας οδηγεί συχνά σε σιωπή ή αυταρχισμό. Έτσι, ο ασθενής είτε παραμένει σε άγνοια, είτε παραδίδεται άκριτα στις αποφάσεις του γιατρού, χωρίς να γνωρίζει τα θεραπευτικά του δικαιώματα, τις εναλλακτικές ή τις επιπτώσεις των επιλογών του.

Ακόμη πιο ανησυχητική είναι η περίπτωση όπου η άγνοια του ασθενούς χρησιμοποιείται σκόπιμα ως εργαλείο εξουσίας: αντί ο γιατρός να παρουσιάσει τις επιλογές, να εξηγήσει τους κινδύνους και να ζητήσει συναίνεση, αποφασίζει μόνος του, προσπερνώντας τη συνεργατική φύση της ιατρικής πράξης. Αυτή η συμπεριφορά μπορεί να μην είναι προϊόν κακής πρόθεσης. Συχνά προέρχεται από το άγχος χρόνου, από τον επαγγελματικό αυτοματισμό, από ένα κουρασμένο σύστημα ή από την απλή έλλειψη παιδείας στην επικοινωνία.

Η άλλη όψη: Όταν ο ασθενής επιβάλλει
Η εξουσία στη σχέση γιατρού-ασθενούς δεν ασκείται μόνο από τον γιατρό. Πολλές φορές είναι ο ασθενής που χειραγωγεί τον γιατρό: με επιμονή, με απειλές, με αξιολογήσεις στο διαδίκτυο ή με τη λογική του "πελάτη που έχει πάντα δίκιο". Ζητάει φάρμακα χωρίς ένδειξη, εξετάσεις χωρίς λόγο ή “δεύτερες γνώμες” βασισμένες σε άρθρα χωρίς επιστημονική τεκμηρίωση. Όταν η ιατρική μετατρέπεται σε εμπόρευμα, τότε η επιστημονική στάση αντικαθίσταται από την ανάγκη να μην "χάσουμε τον ασθενή".

Σε αυτό το περιβάλλον, η θεραπευτική σχέση καταρρέει. Ο γιατρός φοβάται να πει την αλήθεια· ο ασθενής φοβάται να την ακούσει. Και ο κοινός παρονομαστής είναι ο φόβος: φόβος της ευθύνης, της απόρριψης, της παρεξήγησης.
Η λύση: Εκπαίδευση, διαφάνεια και συνεργασία

Χρειαζόμαστε ένα νέο πλαίσιο κατανόησης. Σε έναν κόσμο που βρίθει πληροφορίας, οι πολίτες πρέπει να μάθουν να ξεχωρίζουν την αξιόπιστη από την ψευδή πληροφορία. Να αξιολογούν τον γιατρό τους όχι μόνο με βάση την “καλή φήμη” ή την εξυπηρέτηση, αλλά και με κριτήρια όπως η επιστημονική επάρκεια, η σαφήνεια λόγου, η ειλικρίνεια. Και οι γιατροί πρέπει να εκπαιδευτούν συστηματικά στην επικοινωνία: να διδάσκονται πώς να ακούν, να εξηγούν, να μιλούν με λόγο ανθρώπινο και με ενσυναίσθηση.

Ο ασθενής οφείλει να μάθει να ρωτά, να ερευνά και να ζητά εξηγήσεις — όχι επιβεβαιώσεις. Και ο γιατρός, να αφιερώνει χρόνο για την παιδαγωγική διάσταση της ιατρικής, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει να απορρίψει επιθυμίες που δεν έχουν ιατρική βάση.

Συμπερασματικά
Η ιατρική πράξη δεν είναι μονόπρακτη. Δεν είναι ένας ρόλος αυθεντίας απέναντι σε έναν παθητικό δέκτη. Είναι μια πράξη συνάντησης και αμοιβαίας εμπιστοσύνης. Είναι συνεργασία μεταξύ ενός ενημερωμένου και πρόθυμου γιατρού και ενός ανοιχτού, σκεπτόμενου ασθενούς. Και αυτή η ισορροπία, όσο ιδανική κι αν ακούγεται, είναι εφικτή — αν την επιδιώξουμε.

Ας ξαναδώσουμε στην ιατρική την αξία που της ανήκει: όχι μόνο στη γνώση και στη δεξιότητα, αλλά και στην καλλιέργεια, την ευθύνη και την εμπιστοσύνη. Μόνο τότε, η θεραπεία θα είναι πραγματικά ολοκληρωμένη.

Θα χαρούμε να σας εξυπηρετήσουμε και να απαντήσουμε για τυχών άλλες απορίες

Ιατρείο Κώστα Παναγιωτίδη MRCOG, MSc ,MD

https://www.facebook.com/cpanayotidis
https://www.attikiiatriki.gr/index.php/iatreia/panagiotidis
https://www.researchgate.net/profile/Costas-Panayotidis
https://youtube.com/@costaspanayotidis1563

Κώστας Ν. Παναγιωτίδης
Χειρούργος , Γυναικολόγος, Μαιευτήρας MRCOG, MSc, MD
Εξειδικευμένο ιατρείο σε γυναικολογικό υπέρηχο, υστεροσκόπηση, λαπαροσκόπηση, διερεύνηση υπογονιμότητας και θεραπείες γονιμότητας.

ΔΕΙΤΕ ΟΛΑ ΤΑ ΑΡΘΡΑ ΤOY ΙΑΤΡΟΥ   Κώστα Ν. Παναγιωτίδη

Επιμελητής Χειρουργός, Γυναικολόγος, Μαιευτήρας με εξειδίκευση στον γυναικολογικό υπέρηχο, υπογονιμότητα, την πρώιμη εγκυμοσύνη, στην λαπαροσκόπηση και υστεροσκόπηση.